Ο δείκτης S&P 500 υποχώρησε κατά 1,4% στην διάρκεια του Φεβρουαρίου σε ένα μάκρο-πλαίσιο, όπου εμφανίζεται ο πληθωρισμός να αρνείται την αποκλιμάκωση, η αγορά εργασίας να “ψυχραίνεται”, οι λιανικές πωλήσεις να επιβραδύνονται και η καταναλωτική εμπιστοσύνη να υποχωρεί.
Η Fed διατηρεί στάση αναμονής με δεδηλωμένη την πρόθεσή της να μη προβεί σε περαιτέρω μείωση των παρεμβατικών της επιτοκίων, με τις προθεσμιακές όμως αγορές να προεξοφλούν εντός του 2025 μειώσεις της τάξης του 0,75%.
Σύμφωνα με τον πιστοποιημένο διαχειριστή κεφαλαίων από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και κάτοχο μεταπτυχιακού διπλώματος από το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών κ. Αλέξανδρο Νικολόπουλο η πέραν των εκτιμήσεων ισχυρή εταιρική κερδοφορία (16,9% αύξηση κερδών από 9,6% αρχικά εκτιμώμενη) του δ’ τριμήνου 2024 και με βελτίωση των περιθωρίων κέρδους, δεν κατάφερε να αντισταθμίσει τελικά την αβεβαιότητα της επιβολής δασμών επί των εισαγωγών στις ΗΠΑ.
Το μεγαλύτερο μέρος της αύξησης κερδοφορίας καταγράφηκε στις εταιρείες των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών και των τηλεπικοινωνιών. Στην διάρκεια όμως του Φεβρουαρίου χρηματιστηριακά ενισχύθηκαν οι αμυντικοί κλάδοι.
Προσπαθώντας να επικεντρωθούμε όμως και στα ιστορικά/στατιστικά δεδομένα, αυτό που προέχει είναι, ότι στην αρχή κάθε προεδρικού κύκλου, οι χρηματιστηριακές κινήσεις παρουσιάζουν κάποιες αναταράξεις και εκτός αυτού γενικά ο μήνας Φεβρουάριος είναι ένας αδύναμος μήνας αποδόσεων. Οι μήνες που ακολουθούν, δηλαδή ο Μάρτιος και ο Απρίλιος είναι από άποψη αποδόσεων αξιοπρεπείς.
Συγκεκριμένα και πάντα σύμφωνα με τον κ. Νικολόπουλο (φωτό) της επενδυτικής εταιρείας HellasFin παρά τις ανησυχίες και τις αβεβαιότητες, η ανοδική αγορά είναι ακόμη σε ισχύ παρά τον διάχυτο πανικό. Τα τρομακτικά πρωτοσέλιδα και η υψηλή διακυμανσιμότητα είναι συστατικά στοιχεία των ανοδικών αγορών (bull markets).
Λαμβάνοντας υπόψιν τα παραπάνω, θα πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι για υψηλή διακυμανσιμότητα μέχρι τα μέσα Απριλίου. Σε ένα μακροοικονομικό πλαίσιο αποφυγής μιας ύφεσης στις ΗΠΑ και στον βαθμό που παραμείνει αμετάβλητη η προβλεπόμενη αύξηση της κερδοφορίας κατά 11% εντός του 2025 και 13,9% εντός του 2026, ο S&P 500 στο τέλος του 2025 θα βρίσκεται στην περί το 6900-7100 ζώνη τιμών.