Ένα πολύ ενδιαφέρον αφιέρωμα ανέβασε η marathonpress.gr για τα πρώτα χρόνια των προσφύγων του 1922 στη Νέα Μάκρη. Ένα κείμενο γεμάτο ιστορία για τους προγόνους μας, αλλά και θύμησες πολλές για εκείνους που πάλεψαν για να βρουν έναν τόπο και δυο μέτρα γης.
Ένας δασωμένος τόπος ήταν η Ξυλοκέριζα, ανάμεσα σε βουνό και θάλασσα. Τοπίο χαρακτηριστικό της Αττικής από τα πιο όμορφα, κατάφυτο με πεύκα, λίγα κυπαρίσσια για να σηματοδοτούν τα όρια και λίγους ευκάλυπτους. Ελάχιστα πλατάνια. Θάμνοι, κουμαριές, θυμάρι κι αγριόχορτα συμπλήρωναν την εικόνα του τοπίου, εκεί που έσβηναν οι γραμμές των ορεινών όγκων του Διόνυσου και της Πεντέλης και συναντούσαν τη θάλασσα.
Η περιοχή όλη, όπου έφτανε το μάτι, ανήκε στη μονή Πεντέλης. Πιο βόρεια το Μπέη, ο Μαραθώνας, το Γραμματικό, το Άνω και Κάτω Σούλι. Οι περιηγητές που είχαν περάσει από εδώ με προορισμό τον Μαραθώνα δεν αναφέρουν τίποτε για την περιοχή. Δεν περνούσαν καν από την Ξυλοκέριζα, αλλά κατέβαιναν από την Πεντέλη με κατεύθυνση βόρεια να δουν τον Τύμβο και να εξετάσουν το πεδίο της μάχης του Μαραθώνα.

Λίγες οικογένειες Βλάχων κτηνοτρόφων έμεναν στη Ραπεντώσα, πάνω από την Ανατολή, μετακινούμενοι ανάλογα με την εποχή του χρόνου. Ο τόπος όμορφος, αλλά για να εγκατασταθούν εδώ οικογένειες χρειαζόταν πολλή δουλειά.
Το εφιαλτικό ταξίδι στο άγνωστο και η προσωρινή λύση
Η Έξοδος του 1922 άλλαξε δραματικά τη ζωή ενάμιση σχεδόν εκατομμυρίου Ελλήνων της Μ. Ασίας. Κάτω από την πίεση του τουρκικού στρατού και της νίκης του επί του ελληνικού, και μετά την καταστροφή της Σμύρνης, οι Έλληνες της Μ. Ασίας εγκατέλειψαν τις εστίες τους κι έφυγαν, δυστυχώς, χωρίς γυρισμό. Τους είχαν εξαναγκάσει να φύγουν κι άλλες φορές, αλλά τώρα η έξοδος ήταν οριστική.
Τα πλοία άδειαζαν τον κόσμο στα λιμάνια στον Πειραιά, στη Θεσσαλονίκη, στην Πάτρα, στην Καβάλα, στα νησιά, κι από εκεί άρχιζε o πραγματικά δύσκολος αγώνας για την επιβίωση. Οι πρόσφυγες διασκορπίστηκαν σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας, χωρίς μεγάλα περιθώρια επιλογής.
Είχε ιδρύσει τον «Παν-λύκιο Σύλλογο» (Λυκία ήταν το αρχαιοελληνικό όνομα της ευρείας περιφέρειας στην οποία ανήκε η Μάκρη και το Λιβίσι) πριν το 1922 για να υποστηρίζει τους Μικρασιάτες φοιτητές που σπούδαζαν στην Αθήνα και να προσφέρει κοινωνικό έργο. Ο Σύλλογος στάθηκε πολύτιμος αρωγός στην περίθαλψη των προσφύγων. Λειτούργησε ως φορέας μέσω του οποίου οι πρόσφυγες -κυρίως Μακρηνοί και Λιβισιανοί- καταγράφονταν με τα στοιχεία τους για αποκατάσταση. Μετά από λίγο δημιουργήθηκαν εκτιμητικές επιτροπές στην Αθήνα, όπου δηλώνονταν αναλυτικά τα περιουσιακά στοιχεία των προσφύγων για την αποζημίωση, σύμφωνα με τη διμερή συμφωνία που είχε υπογραφεί μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.

Πώς βρέθηκαν οι Μακρηνοι-Λιβισιανοί πρόσφυγες στην Ξυλοκέριζα
Πληροφορίες για το θέμα έχουμε από την καταγραφή του Νίκου Εμμ. Καραγεωργίου και το βιβλίο του Μιχ. Π. Δελησάββα «Η ιστορία μας (Η ιστορία της Νέας Μάκρης Αττικής, 1923-1990)». Στην ομάδα των Μακρηνών που δεν είχαν ενταχθεί σε άλλες προσφυγικές ομάδες, προτάθηκε για εγκατάσταση η Κατερίνη, όχι τα παράλια αλλά το εσωτερικό. Μια ομάδα Μακρηνών αποτελούμενη από τον Αντ. Μόσχο, τον Δαμιανό Δαμιανού, τον Χαράλαμπο Καραβασίλη και τον Εμμ. Καραγεωργίου πήγε να ελέγξει τον τόπο.
Ας σκεφτούμε λιγάκι το ταξίδι τους με τις συνθήκες του 1922-23. Γύρισαν δηλώνοντας ότι το μέρος ήταν ακατάλληλο για την εγκατάσταση της ομάδας. Η απόφασή τους αποδείχθηκε σοφή, γιατί άρχισε μια νέα αναζήτηση για ένα χώρο κοντά στην Αθήνα.
Ξεκίνησε ένας μεγάλος αγώνας με τη Μονή Πεντέλης, στην οποία ανήκε η περιοχή από την εποχή της Τουρκοκρατίας. Στρέμματα δασωμένης γης και βάλτου, τον οποίο οι πρόσφυγες έπρεπε να αξιοποιήσουν γιατί είχαν ανάγκη.

Η εγκατάσταση τον Νοέμβριο του 1923
Οι πρόσφυγες, όσοι δεν είχαν άλλη επιλογή, γράφτηκαν σε κατάλογο για να εγκατασταθούν στην Ξυλοκέριζα. Κανείς δεν ήξερε τι τους περίμενε. Ενώ προσχωρούσαν οι τυπικές διαδικασίες με τη φροντίδα του π. Διονύση Καλαφάτη και του νεαρού τότε Αντώνη Τζιζή που σπούδαζε νομικά, οι πρόσφυγες μεταφέρθηκαν στην Ξυλοκέριζα τον Νοέμβριο του 1923. Στη μεταφορά τους βοήθησε κι ο στρατός. Ο τόπος ήταν όμορφος, αλλά οι ανάγκες και οι προτεραιότητες ήταν άλλες.
Εγκαταστάθηκαν σε σκηνές της ΕΑΠ (Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων), στα χαλάσματα του μοναστηριού της Αγίας Παρασκευής (σήμερα του Αγίου Εφραίμ), στα ελάχιστα δωματιάκια της εκκλησίας και σε άλλα χαλάσματα στη Χάνα, κάτω από το μοναστήρι. Κάποτε πρέπει να καταλάβουμε καλά τι σημαίνει πρόσφυγας, τουλάχιστον εμείς οι απόγονοί τους, που οι άνθρωποί μας έχασαν την καλή τους ζωή και έμειναν στο έλεος της τύχης να ψάχνουν για να βάλουν κάπου με ασφάλεια το κεφάλι τους.
Το καφενείο και το μπακάλικο
Το πρώτο «κατάστημα» που στήθηκε ήταν ένα καφενείο που έφτιαξε ο Αντώνης Χατζηελένης από καλάμια και βούρλα του Βάλτου και το πρώτο μπακαλικάκι σε μια ξύλινη παράγκα μπροστά από τον Άγιο Κωνσταντίνο ο Βασίλης Κόλλιας, πριν ακόμη εγκατασταθούν οι πρόσφυγες σε σπίτια. Συνολικά, 93 οικογένειες παρέμειναν στη Ν. Μάκρη. Πολλοί από εκείνους που είχαν δηλώσει για εγκατάσταση έφυγαν, μην αντέχοντας τις συνθήκες που έπρεπε να αντιμετωπίσουν.
Τον πρώτο καιρό το κράτος έστειλε τρόφιμα και ένα μικρό επίδομα για να καταφέρουν να επιζήσουν, αλλά την άνοιξη οι πρόσφυγες έπρεπε να νοιαστούν τι θα κάνουν. Αφού έγινε μια πρώτη διανομή της γης (κλήρος), έστησαν τα πρώτα καμίνια για κάρβουνα. Η ύλη βρέθηκε από τα δέντρα και τα πουρνάρια που έκοβαν για να ξεχερσώσουν και να δημιουργήσουν τόπο για καλλιέργεια. Κι ευτυχώς, τα πουλούσαν στην Αθήνα.

Νέα Μάκρη και Νέο Λιβίσι
Η ΕΑΠ ανέλαβε να κτίσει σπίτια για τις οικογένειες. Έγιναν τα τοπογραφικά και η οριοθέτηση του οικισμού. Προτιμήθηκε το τμήμα κάτω από τη λεωφόρο Μαραθώνος, όπου χωροθετήθηκε η κεντρική πλατεία και τα οικοδομικά τετράγωνα. Ο νέος οικισμός ονομάστηκε Νέα Μάκρη σε ανάμνηση της ιστορικής πατρίδας, ενώ μια γειτονιά του αργότερα, όταν επεκτάθηκε ο οικισμός και πύκνωσε η δόμηση, ονομάστηκε Νέο Λιβίσι.
Τα ονόματα που δόθηκαν στους δρόμους του συνοικισμού θύμιζαν επίσης προσωπικότητες της πατρίδας και τους πρωταγωνιστές της μικρασιατικής περιπέτειας: οδός π. Διονυσίου Καλαφάτη, Νικ. Πλαστήρα, Ελευθερίου Βενιζέλου, Μουσαίου (και όχι όπως λάθος λέγεται και γράφεται Μωσαίου) οι κάθετοι δρόμοι, και Κων. Λαμέρα, Λιβισίου και Βασ. Σαράφη, οι παράλληλοι. Ο αρχικός οικισμός χτίστηκε και με προσωπικό κόπο για να τελειώσει πιο γρήγορα. Τα σπίτια παραδόθηκαν χωρίς πόρτες, παράθυρα, στέγη, τα οποία πρόσθεσαν οι ίδιοι οι πρόσφυγες.
Αγώνας για τα βασικά
Το 1925 το κράτος έδωσε ζώα μεταφοράς, σπόρους και βασικά εργαλεία για καλλιέργεια. Για τη διατροφή τους οι πρόσφυγες άρχισαν να σπέρνουν λαχανικά. Άνοιξαν και πηγάδια για πότισμα. Ονομαστός πηγαδάς ο Στέργος Βαμβακάς. Το πρώτο περιβόλι το έφτιαξε ο Χαράλαμπος Καραβασίλης γύρω στο 1926. Ακολούθησαν κι άλλοι, γιατί έβρισκαν αγορές για την πώληση των προϊόντων τους στα Μεσόγεια και την Κηφισιά.
Όλες οι δουλειές γίνονταν με μεγάλο κόπο και προσπάθεια. Ο πατέρας μου, Μιχάλης Δαμιανός, μού έλεγε ότι παλικαράκι τη δεκαετία του ‘30 φόρτωνε έναν γάιδαρο με λαχανικά και ανέβαινε ξημερώματα τον Διόνυσο για να πουλήσει στη Δροσιά, την Κηφισιά ή τη Σταμάτα και να επιστρέψει πάλι με τα πόδια στη Μάκρη. Αγώνας τεράστιος μόνο για να εξασφαλίσουν τα βασικά.
Καλλιέργεια και έξτρα έσοδο τα καλοκαίρια
Με τι ασχολήθηκαν οι Μακρηνοί πρόσφυγες; Φυσικά με την καλλιέργεια της γης, εφόσον εγκαταστάθηκαν σε μια περιοχή που δεν είχε να προσφέρει τίποτε ή δεν είχαν άλλους τρόπους και μέσα να την εκμεταλλευτούν. Οι περισσότεροι ήταν τεχνίτες και έμποροι. Όσοι ήξεραν από αγροτικές δουλειές τα κατάφεραν καλύτερα. Οι υπόλοιποι ταλαιπωρήθηκαν διπλά. Έβαλαν καμίνια για κάρβουνα και ασβέστη.
Αμέσως μετά δημιούργησαν τουβλοποιεία, επίσης αξιοποίησαν την άμμο της θάλασσας που τότε ήταν βουνά στην παραλία της Μάκρης. Το 1957 η Μάκρη έχει 9 τουβλοποιεία, 9 παντοπωλεία, 8 καφενεία – ταβέρνες, ένα εργοστάσιο πορσελάνης (1954, σχέδιο Μάρσαλ), 20 φορτηγά, παραλιακές ταβέρνες, κι ένα λεωφορείο ιδιοκτησίας Αναστασίου Λουίζου και αδελφών Δημητριάδη.

Από τη δεκαετία του ‘50, μετά τον πόλεμο, η Νέα Μάκρη αναδεικνύεται σε τόπο παραθερισμού, κατάλληλο και για κατασκηνώσεις. Οι κάτοικοι νοικιάζουν ένα δωματιάκι στους παραθεριστές και περιορίζονται οι ίδιοι στο υπόλοιπο σπίτι για να έχουν ένα επιπλέον έσοδο για τον δύσκολο χειμώνα. Σιγά-σιγά αρχίζει η ανοικοδόμηση. Η Νέα Μάκρη είναι ένας υπέροχος τόπος μέσα στο πράσινο, με πεύκα και κουκουναριές μέχρι τη θάλασσα, με ακτές κατάλληλες για θαλάσσια μπάνια. Γρήγορα γίνονται και τα πρώτα σινεμά. Όλες οι ηλικίες περνούν καλά.
Τα μαγαζιά αρχίζουν να έχουν περισσότερη δουλειά, τροφοδοτούν παραθεριστές και κατασκηνώσεις. Τότε διαμορφώνεται και το λιμανάκι, βαθαίνει και προστατεύεται με μικρό λιμενοβραχίονα. Όλα σε κανονική κλίμακα. Σύντομα οργανώθηκε διοικητικά και η Κοινότητα.
Αξιοπρόσεκτο είναι ότι η ατομική προσφορά εργασίας ήταν για πολλά χρόνια υποχρεωτική, είτε επρόκειτο για τη συντήρηση των αποστραγγιστικών χαντακιών του Βάλτου, είτε για τον καθαρισμό χόρτων για την πρόληψη πυρκαγιάς κ.ά, με πρόστιμο σε περίπτωση αποφυγής της εργασίας.
Έτσι προχώρησε η Νέα Μάκρη, με τις συνήθειες των παλαιότερων και τις απαιτήσεις του παρόντος.
Της Δέσποινας Μ. Δαμιανού
Διαβάστε ακόμη:
Άχ Ραφήνα! Πόσο άλλαξες από τότε που η πλατεία ήταν δρόμος – Δες αυτό το βίντεο ντοκουμέντο
Τραγικό! Ο αγνοούμενος βρέθηκε νεκρός σε γκρεμό στο Πόρτο Ράφτη – Τι συνέβη…
Πόρτο Ράφτη: Μέχρι να κατέβει από το αμάξι να ψωνίσει, πήγαν να της αρπάξουν την τσάντα