07/09/2024 3:18 μμ

Search
Close this search box.
Search
Close this search box.

Γιατί «Τα Αηδόνια της Σιωπής» είναι ένα διαφορετικό best seller

Το βιβλίο του συγγραφέα Στέφανου Δάνδολου είναι η απόδειξη ότι η σοβαρή ελληνική λογοτεχνία έχει θέση παντού


Γιατί ένα βιβλίο που δεν το λες και καλοκαιρινό, που περιγράφει μια άκρως σκοτεινή πτυχή της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας και που μέσα σε 540 σελίδες σού παρουσιάζει όλο το αρνητικό θυμικό του Έλληνα, να γίνεται το απόλυτο best seller της χρονιάς που διανύουμε;

Του Βαγγέλη Ιωάννου

Γιατί μέσα σε τέσσερις περίπου μήνες κυκλοφορίας, και ενώ η αγορά δεν διανύει και τις καλύτερες μέρες της, να έχει κάνει τρεις ανατυπώσεις και να οδεύει προς την 14η χιλιάδα; Αυτή είναι η περίπτωση του μυθιστορήματος με τον τίτλο «Τα Αηδόνια της Σιωπής» (Εκδόσεις Ψυχογιός) που έγραψε ο Στέφανος Δάνδολος: ένα γενναίο χρονικό των γεγονότων που μάτωσαν την Αθήνα στα τέλη του 1944, μια παραστατική καταβύθιση στο χάος που προκάλεσε ο μοιραίος εκείνος Δεκέμβρης λίγο μετά το τέλος της Κατοχής, ένα μωσαϊκό της βίας και του τρόμου που καταπλάκωσαν την ελληνική κοινωνία.

Πώς γίνεται ένα ιστορικό μυθιστόρημα με τέτοια αντάρα και με τόσα πνιγηρά υποστρώματα να συγκινεί την πλατιά μάζα του αναγνωστικού κοινού εν μέσω της ανέμελης καλοκαιρινής περιόδου;

Ένας λόγος σίγουρα είναι η εμπιστοσύνη στον συγγραφέα. Ο Δάνδολος τα τελευταία χρόνια έχει μεταπλάσει εξαιρετικά ενδιαφέρουσες αληθινές ιστορίες σε μυθοπλασία. Η «Ιστορία χωρίς όνομα» (για την Πηνελόπη Δέλτα) και το «Φλόγα και άνεμος» (για την Κυβέλη και τον Γεώργιο Παπανδρέου) έγιναν σημεία αναφοράς στην ελληνική λογοτεχνία των τελευταίων δέκα ετών, μεταφέρθηκαν με επιτυχία στο θέατρο και στη τηλεόραση, δημιούργησαν δε και μία νέα παράδοση στο είδος doc fiction που μάλλον δεν είναι τόσο ανεπτυγμένο στον τόπο μας όσο σε άλλες χώρες. Παρ’ όλα αυτά, ένα βιβλίο για τα Δεκεμβριανά, όπως είναι το φετινό, αποτελεί άλλη ιστορία.

Συνήθως τα μυθιστορήματα που πραγματεύονται τον Εμφύλιο γίνονται δεκτά με σκεπτικισμό, το τραύμα που κουβαλάνε αποθαρρύνει συχνά τους αναγνώστες, η πολυπλοκότητα των αιτιών που γέννησαν τον σπαραγμό κάθε άλλο παρά δελεάζει τις νεότερες γενιές. Πάντως δεν τα βλέπεις να προσελκύουν εκατοντάδες ανθρώπους σε παρουσιάσεις, δεν τα βλέπεις στην παραλία, δεν τα βλέπεις επί βδομάδες στις πρώτες θέσεις των ευπώλητων.

 

Όμως «Τα Αηδόνια της Σιωπής» είναι ένα διαφορετικό βιβλίο, και εδώ έρχεται να ανατρέψει τον κανόνα και να απαντήσει σε όλα τα ερωτήματα που θέσαμε παραπάνω. Ο Στέφανος Δάνδολος, έπειτα από τρία χρόνια σιωπής, γέννησε ένα μυθιστόρημα-ποταμό, εντός του οποίου αναμετριέται με όλη την παθογένεια της μετα-κατοχικής περιόδου, ζωντανεύει με μαεστρία την καθημερινότητα της ελληνικής κοινωνίας, αποδίδει τα λάθη που έφεραν τη σύγκρουση, δεν φοβάται να κατακεραυνώσει και αριστερούς και δεξιούς, μιλάει για τους δοσίλογους, τους μαυραγορίτες, τους πολιτικάντηδες, και ταυτόχρονα φτιάχνει έναν γοητευτικό μικρόκοσμο χρησιμοποιώντας το θρυλικό Καφενείον Ζαχαράτου, ένα δημοφιλές στέκι που δέσποζε επί δεκαετίες στην Πλατεία Συντάγματος.

Με άλλα λόγια, χτίζει μια σινεμασκόπ οθόνη στην οποία το Κακό και το Καλό συνυπάρχουν, όπως συνυπάρχουν και τόσες προσωπικότητες, από τον Οδυσσέα Ελύτη, ο οποίος χαρίζει τον τίτλο του βιβλίου, μέχρι την τραγική Ελένη Παπαδάκη, τον Λογοθετίδη, τον Βεάκη, ακόμα και τον Ουίνστον Τσόρτσιλ.

Ο αναγνώστης διαβάζει σαν να είναι ο ίδιος μέρος αυτού του κόσμου, παρακολουθεί εκ των έσω τις ίντριγκες, τις προδοσίες, την ευτέλεια της ανθρώπινης ψυχής, αλλά και την ομορφιά της: διότι εδώ είναι που το μυθιστόρημα απογειώνεται. Μέσα από τον κύριο Αριστείδη και την Ευδοξία του, τους δύο κεντρικούς ήρωες, ο Δάνδολος δίνει φωνή στους απλούς ανθρώπους, σε όλους τους απλούς ανθρώπους της ιστορίας του κόσμου. Και αυτό είναι το μανιφέστο των «Αηδονιών της Σιωπής»: το πώς αυτοί οι απλοί άνθρωποι, οι καθημερινοί, οι τίμιοι, οι αγνοί, οι ανώνυμοι, είναι τελικά πιο σημαντικοί από τους διάσημους που αναγορεύουμε σε ήρωες και τους δοξάζουμε ως θρύλους.

Ο κύριος Αριστείδης, με την ευγένεια της ψυχής του, με την καλοσύνη του, με την σιωπηρή επιμονή του στα όνειρα που στέρεψαν κατά τη νιότη του, αποδεικνύεται μια μορφή larger than life, με την οποία το μόνο που θέλεις να κάνεις είναι να ταυτιστείς. Το ίδιο και η Ευδοξία, με την έμφυτη αισιοδοξία της, που την ωθεί στο να ελπίζει ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές της. Χωρίς να μετριάζεται λοιπόν στο ελάχιστο η σκοτεινιά του βιβλίου, αφού ο Δάνδολος όσο περνούν οι σελίδες καταβυθίζεται όλο και πιο βαθιά στις εκφάνσεις του κακού που στοιχειώνουν την εποχή και το φόντο του είναι η ανταριασμένη Αθήνα που την καταπίνει σιγά σιγά ο Εμφύλιος, αυτό που γεννιέται κατά την ανάγνωση είναι όχι μόνο μια συναρπαστική ιστορία θάρρους αλλά και μια ελεγεία της αθωότητας, πολύ ιδιαίτερη, καθώς προκύπτει μέσα από τις πράξεις δύο ηλικιωμένων ανθρώπων, που η ζωή τους έχει σχεδόν ξεγράψει.

 

Και κάπως έτσι, ένα μυθιστόρημα για τα Δεκεμβριανά του 1944 γίνεται μια οικουμενική ιστορία για κάθε χρόνο, για το χθες, για το σήμερα, ακόμα και για το αύριο. Ο συγγραφέας στέλνει τον αναγνώστη στα τάρταρα εκείνων των δραματικών εβδομάδων, μπολιάζει την αφήγησή του με το αχρείαστο αίμα που σκόρπισαν Έλληνες έναντι Ελλήνων, θέτει ζητήματα όπως η επιλογή του μίσους ως ανάγκη επιβίωσης, ή όπως η ανεξάντλητη ποικιλομορφία της αστικής βίας, ή όπως η ροπή της πατρίδας μας προς στις ξένες ηγεμονίες (εν προκειμένω προς τους Βρετανούς του Τσόρτσιλ), παράλληλα όμως αποθεώνει την ελπίδα εν μέσω ζοφερών καιρών και αρθρώνει μακριά από φτηνούς συναισθηματισμούς έναν ανυπέρβλητο συλλογισμό: ότι τελικά πατρίδες μπορούμε να γίνουμε εμείς οι ίδιοι για αυτούς που αγαπήσαμε, γι’ αυτούς που αγαπάμε.

Και όλη αυτή η αντίθεση είναι φαίνεται που συγκινεί τους αναγνώστες – το σκοτάδι του κόσμου από τη μία, δύο κεράκια ψυχών αναμμένα από την άλλη. Θέμα πανανθρώπινο, ειπωμένο με διάφορες συγγραφικές τεχνικές, αλλού τριτοπρόσωπη αφήγηση, αλλού πρωτοπρόσωπη, αλλού ντοκουμέντα εν είδει ρεπορτάζ, αλλού επιστολική γραφή, ένα καλειδοσκόπιο εκ μέρους του συγγραφέα, που κατάφερε να συνθέσει με μαεστρία την συλλογική μοίρα της Ελλάδας με την ατομική μοίρα των ηρώων του.

 

Οπότε ναι, δεν είναι ένα καλοκαιρινό μυθιστόρημα, ανάλαφρο, απλοϊκό και φωτεινό, σαν αυτά που γεμίζουν τις παραλίες τέτοια εποχή. Αλλά το γεγονός ότι το βλέπεις παντού φέτος το καλοκαίρι, ακόμη και σε παραλίες, δείχνει ότι ο αναγνώστης αποζητά σελίδες που θα του μιλήσουν βαθιά στη ψυχή, όσο πολυκύμαντες κι αν είναι. Όπως και να ’χει, «Τα Αηδόνια της Σιωπής» είναι η απόδειξη ότι η σοβαρή ελληνική λογοτεχνία έχει θέση παντού, στις λίστες των best seller, σε μεταμεσονύχτιες τηλεοπτικές εκπομπές, ακόμη και πλάι στην άμμο.

Όπως κάθε ποιοτικό βιβλίο που πραγματεύεται θέματα τα οποία είναι διαχρονικά…

 

Ο Βαγγέλης Ιωάννου με τον συγγραφέα Στέφανο Δάνδολο κατά την επίσημη παρουσίαση του βιβλίου “Τα αηδόνια της σιωπής”

Διαβάστε τα τελευταία νέα της ανατολικής Αττικής μόνο στο anatolika24.gr.

Αφήστε ένα Σχόλιο

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *